Το Google δεν ‘φτιάχτηκε’ σε γκαράζ από δυο ανθρώπους, αλλά σίγουρα άλλαξε το Internet
Το Google δεν δημιουργήθηκε σε γκαράζ, οι ‘πατέρες’ του δεν ήταν δύο και το Google δεν ήταν το αρχικό όνομα της μηχανής αναζήτησης που άλλαξε τον τρόπο που χρησιμοποιούμε το Internet. Το χρωστούμε στον Λάρι Πέιτζ, ο οποίος ως έφηβος είχε ως ζητούμενο μια δουλειά “με μεγάλο γραφείο, καλό μισθό και πολύ λίγες ώρες εργασίας”.
Όλοι έχουμε όνειρα. Ενδεχομένως να μην είναι όσο μεγάλα ήταν εκείνο του Λάρι Πέιτζ. Ή να μη γνωρίσαμε τον κατάλληλο άνθρωπο που θα μπορούσε να ‘πάρει’ ό,τι είχαμε στο κεφάλι μας και να το κάνει πράξη. Ο άνθρωπος που άλλαξε τον τρόπο που χρησιμοποιούμε το Internet, που μέσω του Google μας πρόσφερε τη δυνατότητα να συνδεόμαστε με την πληροφορία με τρόπο που δεν υπήρχε έως τότε γίνεται σήμερα (26/3) 47 χρόνων.
Πώς ονειρεύτηκε ο Πέιτζ το Google
Ενώ ήταν φοιτητής στο Stanford είχε σκεφτεί πως θα είχε ενδιαφέρον να δημιουργηθεί μια μηχανή αναζήτησης στο World Wide Web, ικανή να ταξινομεί τα links, βάσει του πόσο συχνά συνδέονταν από άλλες ιστοσελίδες -της ‘ζήτησης’ που είχαν. Συζήτησε την έμπνευση του με τον Σεργκέι Μπριν, ο οποίος είχε την τεχνογνωσία και κάπως έτσι προέκυψε (το 1996) ο λογάριθμος PageRank που έγινε ο θεμέλιος λίθος του Google. Επιχείρηση που σήμερα έχει αξία μεγαλύτερη του ενός τρισεκατομμυρίου δολαρίων. Όταν οι δημιουργοί ‘έπιασαν’ το τρισεκατομμύριο (2019) αποχώρησαν.
Tι υπήρχε διαθέσιμο έως τότε -και πώς κυριάρχησε το Google
H πρώτη μηχανή αναζήτησης του Internet λεγόταν ‘Archie’. Ο Άλαν Ιμτεϊτζ έκανε μεταπτυχιακό στην πληροφορική, στο McGill University του Μόντρεαλ, το 1990 όταν τέθηκε το task να ανακαλυφθεί ένας τρόπος που θα συνέδεε το σχολείο με το Internet. Διάλεξε για όνομα τη λέξη archive, από την οποία έβγαλε το ‘v’. Η λογική ήταν να μπορούν να βρουν αρχεία FTP (File Transfer Protocol -πρωτόκολλο που χρησιμοποιείτο για την απομακρυσμένη μεταφορά αρχείων από μεταξύ υπολογιστών) εύκολα. Απαραίτητη προϋπόθεση ήταν η τακτική ενημέρωση των ευρετηρίων και η καταχώρηση των νέων. Η χρήση δεν ήταν απλή με τα σημερινά δεδομένα. Με τα τότε, ήταν δώρο. Σύντομα το προσπέρασαν το Jughead (του Ρετ Τζόουνς από το University of Utah που χρησιμοποιούσε την εφαρμογή λογισμικού Gopher -ήταν η πιο διάσημη εναλλακτική του διαδικτύου, καθώς ήταν πιο γρήγορο και πιο αποδοτικό από αυτό, ενώ το εγκαθιστούσες πιο εύκολα και πιο οικονομικά) και το Veronica (των Στίβεν Φόστερ και Φρεντ Μπάρι από το University of Nevada, Reno). Το τελευταίο επίσης λειτουργούσε με Gopher, ανανέωνε διαρκώς τη βάση δεδομένων, με τα ονόματα σχεδόν όλων των στοιχείων του μενού που ήταν σε απλό, ταπεινό text.
Fact: το τέλος του Gopher ήλθε το 1993, όταν έπαψε να διατίθεται δωρεάν. Και τότε έκανε επέλαση το Internet.
Το 1994 έκανε ντεμπούτο το Yahoo! ως ο κλώνος του Virtual Library -πρώτης μηχανής αναζήτησης που δημιούργησαν web designers, με τον Βρετανό Τιμ Μπέρνερς-Λι να κάνει την αρχή. Ο Μπέρνερς-Λι είναι ο ‘ιδρυτής’ του World Wide Web και σήμερα διδάσκει στο University of Oxford και το MIT, ενώ έχει στεφθεί και Ιππότης από τη Βασίλισσα Ελισάβετ. Η ιδέα του ήταν να εμφανίζει σε λίστα χρήσιμα links. Όποιος ήθελε ‘ανέβαζε’ το δικό του και πρότεινε την κατηγορία που θέλει να ‘ενταχθεί’.
Το Reddit ήταν ένα από αυτά που ακολούθησαν με τη δυνατότητα αξιολόγησης χρηστικότητας του κάθε link, με την επόμενη φάση να αφορά αυτόματα προγράμματα (τα έλεγαν ρομπότ οι ‘αράχνες’) που εμφάνιζαν τι υπήρχε στη βάση δεδομένων από τις ιστοσελίδες που είχαμε αναζητήσει. Αυτό δεν πήγε πολύ καλά, εξ ου και προέκυψαν διαδικτυακές πύλες που είχαν τη λογική του Archie, όπως το Excite.
Υπήρχε ένα πρόβλημα: έπρεπε να ξέρεις το ακριβές όνομα του site που αναζητάς. Αυτό το έφτιαξε το WebCrawler του 1994, που αυτοκαταστράφηκε γιατί δεν μπορούσε να υποστηρίξει το λαό που απευθύνθηκε σε αυτό και ‘έπεφτε’ συνέχεια. Το Lycos διόρθωσε και αυτό το ελάττωμα. Ήταν το πρώτο που είχε αναζήτηση για ένα εκατομμύριο ‘σελίδες’, κάτι που τότε ήταν έπος. Δεν ήταν πολύ γρήγορο. Και αυτό ήλθε να το καλύψει το AltaVista που ‘κάλυπτε’ και περισσότερο ‘όγκο’ σελίδων. Ήταν και το πρώτο που παρείχε τη δυνατότητα αναζήτησης πληροφοριών, περίπου όπως τη ξέρουμε σήμερα. Δηλαδή του συνδυασμού λέξεων και φράσεων, με τη χρήση των ‘και’, ‘ή’ και ‘όχι’.
Το εξαγόρασε το Yahoo! και το εξαφάνισε. Και τότε ήταν που εμφανίστηκε το Google, με το PageRank να επιτρέπει την αξιολόγηση ιστοσελίδων, βάσει της αναζήτησης ακόμα και αν δεν περιέχονταν σε αυτή όλοι οι όροι αναζήτησης -δούλευε με ‘σχετικότητα’. Έγινε ο πρωτοπόρος της εποχής και παρέμεινε πρωτοπόρος, καθώς στα χρόνια που ακολούθησαν δεν σταμάτησε ποτέ να εξελίσσεται και να ‘χτυπά’ τον όποιον ανταγωνισμό.
Fact: Το 2019 το επισκέφτηκαν το Google 62.19 δισεκατομμύρια φορές, με το 7.2% του traffic να αφορούν ανθρώπους που αναζητούσαν τον όρο ‘Google’. Καθημερινά επεξεργαζόταν 3.5 δισεκατομμύρια αναζητήσεις τη μέρα. Την ίδια χρονιά του άνηκε το 92.18% της αγοράς.
Ο Πέιτζ είχε για παιχνίδια ηλεκτρονικούς υπολογιστές
O Lawrence Edward Page γεννήθηκε στις 26/3 του 1973, στο Λάνσινγκ του Μίσιγκαν. Η μητέρα του ήταν κόρη μεταναστών από το Ισραήλ και καθηγήτρια προγραμματισμού στο Lyman Briggs College. Ο πατέρας του προγραμματιστής -καθηγητής στο Michigan State University- που το BBC έχει περιγράψει ως ‘πρωτοπόρο του προγραμματισμού και της τεχνητής νοημοσύνης”. Όπως έχει πει ο Πέιτζ “στο σπίτι μου γινόταν ο κακός χαμός, με υπολογιστές, με τεχνολογικά περιοδικά και επιστημονικά θέματα παντού”. Ήθελε, δεν ήθελε δηλαδή, εντάχθηκε. “Ως παιδί περνούσα ατελείωτες ώρες, διαβάζοντας βιβλία και περιοδικά. Από τα 6 ένιωσα να με ελκύουν οι υπολογιστές -που ήταν τα παιχνίδια μου, αφού υπήρχαν παντού στο σπίτι. Ο μεγαλύτερος αδελφός μου με έμαθε να διαλύω τις μηχανές για να μάθω πώς λειτουργούν και τη χρησιμότητα του κάθε εξαρτήματος. Ανακάλυψα ότι με ενδιαφέρει πολύ να εφευρίσκω πράγματα”.
H μουσική του δημιούργησε εμμονή με τις γρήγορες ταχύτητες
Επίσης, ασχολείτο με τη μουσική. Έπαιζε διάφορα όργανα και συνέθετε κομμάτια. “Αυτή η ασχολία έγινε ο λόγος που έπαθα εμμονή με την ταχύτητα των ηλεκτρονικών υπολογιστών. Η εκπαίδευση που έλαβα, με οδήγησε στην κληρονομιά της γρήγορης ταχύτητας του Google, καθώς η μουσική σε υποχρεώνει να έχεις πλήρη επίγνωση του χρόνου. Γίνεται προτεραιότητα σου. Αν ας πούμε, παίζεις κρουστά, πρέπει να τα χτυπήσεις σε συγκεκριμένο κλάσμα δευτερολέπτου”. Στο δημοτικό έγινε ο πρώτος μαθητής που παρέδωσε εργασία από επεξεργαστή κειμένου. “Στα 12 ήξερα πως θα κάνω δική μου εταιρία”. Πτυχίο πήρε από το πανεπιστήμιο που δίδασκε ο πατέρας του (εκεί δημιούργησε εκτυπωτή InkJet με Lego -σε σύγκριση με τους laser είναι πιο φθηνοί και έχουν καλύτερη δυνατότητα έγχρωμης εκτύπωσης).
Ήθελε να φέρει τις ιστοσελίδες πιο ‘κοντά’ και γρήγορα
Ως προπτυχιακός φοιτητής, πρότεινε στο ίδρυμα να αντικαταστήσει το σύστημα των λεωφορείων του με προσωπικό σύστημα ταχείας διέλευσης -ένα μονοτρόχημα χωρίς οδηγό, ξεχωριστό για κάθε επιβάτη. Παρουσίασε και ένα επιχειρηματικό πλάνο για εταιρία που θα χρησιμοποιούσε λογισμικό, για τη σύνθεση μουσικής. Για το masters του διάλεξε το Stanford.
Στην παρουσίαση του Πέιτζ που έχει δημοσιευθεί στην ιστοσελίδα του πανεπιστημίου, είχε εξηγήσει πως ο στόχος του ήταν “να έχω ένα μεγάλο γραφείο, έναν καλό μισθό και όλα αυτά ενώ κάνω πολύ λίγη δουλειά”.
Για το διδακτορικό του, ο Πέιτζ είχε πάρει ως θέμα την εξέταση και την εξερεύνηση των μαθηματικών ιδιοκτήτων του World Wide Web. Παρουσίασε τη δομή των συνδέσμων, ως τεράστιο γράφημα. Ο επόπτης του, του είπε να συνεχίσει. ‘Ήταν η καλύτερη συμβουλή που μου έδωσαν ποτέ”. Οι εναλλακτικές του ήταν η έρευνα στην τηλεπαρουσία (η χρήση της τεχνολογίας εικονικής πραγματικότητας για τηλεχειρισμό μηχανημάτων ή για συμμετοχή σε απομακρυσμένες εκδηλώσεις) και στα αυτοκίνητα χωρίς οδηγό. Πράγματα που υπάρχουν σήμερα, αλλά εκείνος είχε οραματιστεί από το 1990. Είχε ήδη αναπτύξει πλατφόρμα αξιολόγησης κινηματογραφικών ταινιών και έναν κώδικα που έκανε τις ακαδημαϊκές εργασίες σε HTML φακέλους.
Το διδακτορικό του έγινε ένα από τα πρώτα viral
Όπως μελετούσε τι υπήρχε στο διαδίκτυο, διαπίστωσε πως το πρόβλημα ήταν πως δεν μπορούσαν να βρουν οι χρήστες εύκολα τις ιστοσελίδες που συνδέονταν με το όποιο θέμα της αναζήτησης. Ότι ήταν ακόμα χαλαρή η τακτική που υπήρχε με τις παραπομπές. Σκέφτηκε πως αυτοί οι σύνδεσμοι είχαν αξιόλογες πληροφορίες, όπως και ότι οι παραπομπές στις ακαδημαϊκές εκδόσεις θα μπορούσαν να είναι σημαντικές για την έρευνα. Κατέληξε στο ότι ήθελε να βρει μια μέθοδο για να μετράει και να αξιολογεί τους υπερσυνδέσμους (το λινκάρισμα) από μια σελίδα στην άλλη. Όταν έπιασε δουλειά ο Πέιτζ για να δημιουργήσει αυτό που είχε ονομάσει ‘BackRub’, ο ιστός είχε 10.000.000 έγγραφα, με τα backlinks να είναι αναρίθμητα.
Fact: τα backlinks είναι σήμερα ένας από τους τρεις σημαντικότερους παράγοντες του τρόπου αξιολόγησης και κατάταξης στη Google. Το backlink είναι σύνδεση μιας ιστοσελίδας με την άλλη. Αν κάποιος λινκάρει το δικό μας site, αποκτάμε το backlink και αν λινκάρουμε εμείς άλλον, του ‘δίνουμε’ backlink. Τα κέρδη είναι η πιο ψηλή θέση στο ranking των μηχανών αναζήτησης -βάσει του traffic-, εισροή επισκεπτών από το site που μας έχει λινκάρει και πιο γρήγορο εντοπισμό της σελίδας μας από αυτούς που ψάχνουν το όποιο σχετικό θέμα.
Όπως έχει πει ο σημερινός πρωταγωνιστής, όταν ξεκίνησε να προσπαθεί να φτιάξει το πρόγραμμα του συστηματικού browse για τη δημιουργία καταλόγου περιεχομένων ή δεδομένων, δεν ήξερε πού ακριβώς έμπλεκε και τότε χρειάστηκε τη βοήθεια του Σεργκέι Μπριν, ο οποίος επίσης είχε πάει στο Stanford για το μεταπτυχιακό του να δουλέψουν μαζί. Όπως αναζητούσε το θέμα της διατριβής του άκουσε για το BackRub “και το βρήκα πιο συναρπαστικό από όλα τα projects που δουλεύονταν τότε από τις ερευνητικές ομάδες του πανεπιστημίου. Ο λόγος ήταν ότι αφορούσε εργαλείο για τον Ιστό που αντιπροσώπευε την ανθρώπινη γνώση. Επίσης, συμπαθούσα τον Λάρι”.
Η έρευνα τους είχε τίτλο “Η ανατομία μιας μεγάλης κλίμακας υπερ-κειμενικής μηχανής αναζήτησης στο Web”. Έγινε ένα από τα επιστημονικά έγγραφα με τα περισσότερα downloads στην ιστορία του Internet και ανέπτυσσε όλους τους λόγους που η δική τους μηχανή αναζήτησης δεν θα εξαρτάτο από τις διαφημίσεις. Είχε αναφερθεί χαρακτηριστικά το εξής:
“Η αξιολόγηση δεν θα επηρεάζεται από χρήματα που θα παίρνει η εταιρία, αλλά από τις προτιμήσεις των καταναλωτών, με τις διαφημιστικές να στρέφονται σε αυτήν για να καταλήγουν στο πού θα επενδύσουν”.
Για να μετατρέψουν τα δεδομένα των backlinks που συγκέντρωσε το BackRub σε εργαλείο μέτρησης της σημασίας για κάθε ιστοσελίδα, έφτιαξαν τον αλγόριθμο με το όνομα PageRank. Τότε ήταν που ανακάλυψαν πως μπορούν να φτιάξουν και μια μηχανή αναζήτησης που θα ήταν πολύ ανώτερη όσων υπήρχαν εκείνη τη χρονική στιγμή. Ο αλγόριθμος αυτός στηρίχθηκε σε μια νέα τεχνολογία που ανέλυε τη σχέση των backlinks που συνέδεαν τη μια ιστοσελίδα με μια άλλη. Και όλα αυτά γίνονταν γρήγορα, αφού ο Πέιτζ είχε κάνει τάμα την ταχύτητα -με την οποία ασχολείτο επισταμένως έως το τέλος.
Πώς ‘έστησαν’ τη δουλειά οι τρεις -και όχι δύο- ιδρυτές στο γκαράζ φίλη τους
Ο κοιτώνας του Πέιτζ είχε διαμορφωθεί σε εργαστήριο. Υπήρχαν εκεί ανταλλακτικά φθηνών υπολογιστών που χρησιμοποιούσαν για να δημιουργήσουν το μηχάνημα που θα χρησιμοποιούνταν, ώστε να συνδέσουν τη μηχανή αναζήτησης με το δίκτυο του κάμπους του Stanford. Ο κοιτώνας του Μπριν έγινε το γραφείο και το κέντρο προγραμματισμού, όπου δοκίμαζαν τα σχέδια της νέας μηχανής αναζήτησης. Είχαν μαζί τους και έναν άλλο φοιτητή, τον Σκοτ Χασάν, ο οποίος διακρινόταν για τις ικανότητες του στον προγραμματισμό (δικός του είναι ο αυθεντικός κώδικας του Google Search). Δεν τον βλέπετε κάπου τώρα, γιατί έφυγε πριν γίνει η εταιρία η Google -για να ασχοληθεί με τη ρομποτική. Η γρήγορη ανάπτυξη του έργου τους (google.stanford.ed) προκάλεσε προβλήματα στις υποδομές που είχε το πανεπιστήμιο, για τη χρήση υπολογιστών.
Το 1998 άλλαξαν το όνομα από Backrub σε Google (ανορθογραφία του googol, αριθμού που έχει μια μονάδα και 100 μηδενικά -έδειχνε την πρόσθεση της μηχανής να παρέχει τεράστιες ποσότητες πληροφορίας) και άρχισαν να σκέφτονται το ενδεχόμενο πώλησης.
Προσπάθησαν να δώσουν το δημιούργημα τους στην Excite, για 1.000.000 δολάρια. Είχαν ρίξει την τιμή και στα 750.000 δολάρια, αλλά ο CEO της Excite που το πιθανότερο είναι να τραβούσε τα μαλλιά του λίγα χρόνια αργότερα, ήθελε κι άλλη έκπτωση. Έτσι ‘τσάκισε’ η πώληση, με τους Πέιτζ και Μπριν να συνεχίζουν μόνοι, να φτιάχνουν εταιρία, να κάνουν δικό τους το Google.com στις 15/9 του 1997 και να λανσάρουν το προϊόν τους. Τα γραφεία τους τα ‘έστησαν’ στο γκαράζ μιας φίλης τους, της Σούζαν Βοϊτσίτσκι, στο Μένλο Παρκ της Καλιφόρνια. Την έκαναν συνεργάτιδα. Σήμερα είναι η CEO του YouTube.
Υιοθέτησαν για σλόγκαν το ‘Don’t be evil’ -που δεν ήταν ακριβώς δική τους έμπνευση, αλλά μικρή σημασία έχει πια. Είχαν αποφασίσει πως αυτή θα ήταν η φιλοσοφία της επιχείρησης τους, που δεν θα γινόταν σκλάβα τακτικών από αυτές που φέρνουν το χρήμα. Δεν χρειάστηκε να καταφύγουν σε αυτές, αφού το Google απήλαυσε μια από τις μεγαλύτερες αναπτύξεις στην ιστορία των επιχειρήσεων. Το Μάρτιο του 1999 και αφότου παρουσιάστηκαν πολλοί που ήθελαν να επενδύσουν στο ‘παιδί’ τους, έφυγαν από το γκαράζ της Σούζαν και πήγαν σε γραφεία του Πάλο Άλτο, όπου ‘δούλευαν’ πολλές από τις startups που σήμερα ξεχωρίζουν στη Silicon Valley -εκεί μετακόμισαν το 2003.
Η απόλυση όλων των project managers
To 2001 ο Πέιτζ έδωσε το πόστο του CEO που του άνηκε έως τότε, στον Έρικ Σμιντ (προγραμματιστή που ήταν CEO της Novell -εταιρία λογισμικού και υπηρεσιών, στη Γιούτα. Κατά δήλωση του Μπριν, είχε προσληφθεί ως ‘κηδεμόνας’ καθώς το πράγμα είχε μεγαλώσει πολύ και χρειαζόταν κάποιος να διαχειρίζεται το επικοινωνιακό κομμάτι. Ο, 27χρονος τότε, Πέιτζ δεν ήταν αυτός ο άνθρωπος, καθώς είχε ένα θέμα με την επικοινωνία και το socializing. Επίσης, είχε προκαλέσει σάλο με την απόφαση του να απολύσει όλους τους project managers (τον Ιούλιο του 2001).
Ενώ για τους μηχανικούς είχε προσλάβει προϊστάμενο (που τον ενημέρωνε για όλα), όταν έκανε τις προσλήψεις των προγραμματιστών, διάλεξε τους πιο ταλαντούχους, πιστεύοντας πως δεν χρειάζονται επίβλεψη και θα κάνουν ό,τι χρειάζεται. Τους είχε ενημερώσει πως μια από τις δουλειές τους ήταν να σκανάρουν όλα τα βιβλία, ώστε να μπορούν να τα αναζητήσουν οι χρήστες. Κανείς όμως, δεν ασχολήθηκε με αυτό. Επιπροσθέτως, κανείς δεν είχε πού να πάει να μιλήσει, όταν προέκυπτε πρόβλημα. Και μολονότι ενημέρωσαν τον Πέιτζ, εκείνος αδιαφόρησε. Κάπως έτσι έγινε επιτακτική η πρόσληψη του Σμιντ, με την